Φοινικικως

Φοινικικως
    Φοινικικῶς
    Φοινῑκικῶς
    по-финикийски Diog.L.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "Φοινικικως" в других словарях:

  • φοινικικώς — Α επίρρ. βλ. φοινικικός (Ι) …   Dictionary of Greek

  • Φοινικικῶς — Φοινῑκικῶς , Φοινικικός Phoenician adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φοινικικῶς — φοινικικός Phoenician adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φοινικικός — (I) ή, ό / φοινικικός, ή, όν, ΝΜΑ [Φοῑνιξ, οίνικος] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στους Φοίνικες ή στη Φοινίκη (α. «φοινικικό αλφάβητο» σύστημα γραφής που προήλθε από το βορειοσημιτικό αλφάβητο, διαδόθηκε από τους Φοίνικες εμπόρους σε ολόκληρη… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»